— Αρχίζω από το τέλος, διότι Μετόχι και Κούτουρλας (γνωστότερα και ως Κουτουρλομετόχι), μπορεί να είναι μικρότεροι οικισμοί, όμως χρονολογικά, έστω και με πολύ λίγους κατοίκους, πρέπει να είναι παλαιότερα των Στροπώνων και της Λάμαρης. Επί της ουσίας όμως, αν και προηγούνται χρονολογικά, η οικιστική παρουσία μέχρι το 1780-1800, πριν την άφιξη Ελλήνων Αρβανιτών προσφύγων από τα χωριά του Σουλίου και την Ήπειρο γενικότερα, ήταν ασήμαντη. Με λίγα λόγια, η ύπαρξη πριν το 1780, 6-9 μοναχών και 6-7 βοσκών, δεν συνιστά ύπαρξη οικισμών στην περιοχή. Όσον αφορά ελάχιστα μεσαιωνικά λείψανα και θρύλους για αρχαιότητες, ούτε καν τα αναφέρω, διότι προκαλούν σύγχυση, στο θέμα της προεπαναστατικής εποίκισης των χωριών αυτών.
— Μετόχι σημαίνει, ότι συγκεκριμένες εκτάσεις γης, μετά των επ΄ αυτών τυχόν κτισμάτων και υποστατικών, ανήκουν σε κάποια μονή ή σε μια μητρόπολη ή σε μια αρχιεπισκοπή ή σε ένα Πατριαρχείο. Ο όρος ήταν πολύ διαδεδομένος στο Βυζάντιο, αλλά συνεχίστηκε και επί Τουρκοκρατίας και τα μετόχια ήσαν υπό ειδικό φορολογικό καθεστώς, συχνά φοροαπαλλακτικό, και χρησίμευαν για την τροφοδοσία (ή την οικονομική υποστήριξη) της εν λειτουργία μονής ή της Μητρόπολης ή του Πατριαρχείου στο οποίο ανήκαν. Όταν (εν προκειμένω για το Μετόχι Στροπώνων Ευβοίας) το μοναστήρι για κάποιους λόγους παρήκμαζε και ερήμωνε ή καταστρεφόταν, σε περίπτωση εποίκισης των εκτάσεων – κτημάτων από νέους κατοίκους, οι νέοι κάτοικοι (πρόσφυγες – εποικιστές) διεμοιράζονταν τα κτήματα της μονής, αλλά από σεβασμό, διατηρούσαν την ανάμνηση του «μετοχίου» της Ιεράς Μονής, δίδοντας στον τόπο τους το όνομα «Μετόχι» που προϋπήρχε και προσδιόριζε την τοποθεσία. Ποιο Μετόχι; Το Κουτουρλομετόχι των Στροπώνων εν προκειμένω, διότι ανά την Ελλάδα (αλλά και σε άλλον τόπο της Ευβοίας) υπήρχαν και άλλα μετόχια.
Μοναστήρια στην περιοχή υπήρχαν προεπαναστατικά έως Βυζαντινά, όπως της Παναγίας της Χιλιαδούς που χρονολογείται από το 1160 μ.Χ. περίπου, με σχεδόν συνεχή λειτουργία έως τις αρχές του 20ου αιώνα, της Αγίας Τριάδος που καταστράφηκε περί το 1350 και στη θέση των ερειπίων του κτίσθηκε ο Ιερός Ναός Αγίας Τριάδος Στροπώνων. Γύρω από τον Ναό της Αγίας Τριάδος Στροπώνων, εκτίσθη και εποικίσθη από Έλληνες Αρβανίτες το χωριό των Στροπώνων. Η Ιερά Μονή της Παναγίας της χιλιαδούς, αν και είχε μεγάλα χρονικά κενά αφάνειας, λειτούργησε με λίγους μοναχούς, μέχρι το 1900 περίπου. Επομένως η προέλευση της ονομασίας του οικισμού «Μετόχι» είναι εμφανής. Στην επανάσταση του 1821 η Ιερά Μονή της Παναγίας Χιλιαδούς έπαιξε σπουδαίο ρόλο σαν χώρος ανεφοδιασμού των Ελλήνων αλλά και ως κρυψώνα. Ο ηγούμενος Γεράσιμος Κωνσταντίνου εκείνης της εποχής, καταγράφεται στους Ευβοιώτες αγωνιστές του 1821.
— Κούτουρλας… Πολύ δύσκολο όνομα για μη γλωσσολόγο. Η ονομασία δεν φαίνεται να έχει, ούτε Ελληνική, ούτε Αρβανίτικη, ούτε Αλβανική, ούτε Λατινική προέλευση. Ερευνώντας την Τούρκικη πιθανή εκδοχή ερμηνείας, βρήκα την λέξη Kurtuluş, που σημαίνει, επελεύθερο, ανεξάρτητο ή και άλογο ελεύθερο. Αν το συσχετίσουμε με τις ελευθερίες και τις απαλλαγές που είχαν τα μετόχια των Ιερών Μονών και επί Τουρκοκρατίας, σε συνδυασμό με την ΠΡΟΫΠΑΡΧΟΥΣΑ ενιαία έκφραση «Κουτουρλομετόχι» για την ονομασία των δύο μικρών οικισμών, δεν νομίζω ότι μπορεί να βρεθεί περισσότερο πειστική εκδοχή. Μέχρι να υποδειχθεί οτιδήποτε πλησιέστερο, επιλέγω μία και μοναδική ερμηνεία, την προέλευση του ονόματος από την τούρκικη λέξη Kurtuluş, της μόνης προς το παρόν, που μπορεί να δώσει και ενιαία τοπική έκφραση με τα προνόμια του πλησίον αυτού Μετοχίου.
Μετά τον θάνατο των οπλαρχηγών ηγετών της Ευβοϊκής επανάστασης (28-3-1822) Αγγελή Γοβιού και Κώτσου Δημητρίου Αρβανίτη, οι επαναστατικές δυνάμεις της Ευβοίας ήσαν σχεδόν υπό διάλυση. Ο μετέπειτα εξελιχθείς σε αρχηγό Νικόλαος Κριεζώτης, φλογερός Έλληνας πατριώτης Αρβανίτικης καταγωγής, τριγυρνούσε τα χωριά, προσπαθώντας να ανασυγκροτήσει τις επαναστατικές δυνάμεις και να στρατολογήσει νέους μαχητές.
Τον Ιούλιο του 1822, ο Νικόλαος Κριεζώτης (Χαραχλιάνης το αρχικό του επίθετο) βρέθηκε στο Κουτουρλομετόχι, όπου και τον εντόπισαν οι Τούρκοι του Ταρκατζή Αλί Πασά της Χαλκίδας, που τον καταζητούσαν σε όλο το νησί. Ο Κριεζώτης ήταν οχυρωμένος στο βουνό του Κουτουρλομετοχίου, όπου άντεξε με τα παλληκάρια του πολλές μέρες και αναγκάσθηκαν οι Τούρκοι να φύγουν για την Χαλκίδα με σημαντικές απώλειες, χωρίς να καταφέρουν τίποτα. Στη μάχη αυτή, εκτός της άριστης επιλογής αμυντικής θέσεως, ο οπλαρχηγός Νικόλαος Κριεζώτης διακρίθηκε δια την εφευρετικότητά του, όταν έριξε κατά των Τούρκων, κυψέλες άγριων μελισσών!!! (Βλέπε «ΕΥΒΟΪΚΑ ΗΤΟΙ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΕΡΙΕΧΟΥΣΑ ΤΕΣΣΑΡΩΝ ΕΤΩΝ ΠΟΛΕΜΟΥΣ ΤΗΣ ΝΗΣΟΥ ΕΥΒΟΙΑΣ» σελίδες 39-40)
ΕΠΟΜΕΝΩΣ, μπορεί ο τόπος Κουτουρλομετόχι να είχε και πρόσφατους τότε Έλληνες εποίκους, Αρβανίτες πρόσφυγες, όπως και τα γύρω χωριά, αλλά η προσωρινή εγκατάσταση εκεί, του οπλαρχηγού Νικόλαου Κριεζώτη, μετά την ήττα των επαναστατικών δυνάμεων στις 28-3-1822, σημαίνει ότι το Κουτουρλομετόχι διέθετε στοιχειώδεις υποδομές οικισμού, παλαιότερες της εποίκισης 1780-1820.
— Λάμαρη Ευβοίας. Εδώ τα πράγματα είναι πολύ εύκολα και διευκολύνονται ακόμα περισσότερο, στο να κατανοήσουμε με σαφήνεια, την εποίκιση της περιοχής, από Έλληνες Αρβανίτες πρόσφυγες, που είχαν εκδιωχθεί από το Σούλι και την ευρύτερη περιοχή της Ηπείρου.
Είναι επιβεβαιωμένο από πολλές πηγές, ότι μια νέα εγκετάσταση, ομάδας Ελλήνων Αρβανιτών, εποικιστών προσφύγων από την Ήπειρο, καθιέρωνε ως τοπωνύμιο του «νέου» τόπου, της νέας ιδιαίτερης πατρίδας που εγκαθίστατο με δύο κυρίως τρόπους:
1.– Από το όνομα της οικογένειας που πρώτη εποίκησε τον «νέο» τόπο, εφόσον τέτοιο όνομα είχε ήδη αποδοθεί και ήταν γνωστό στην ευρύτερη γύρω περιοχή.
2.– Από την ονομασία του τόπου προέλευσής τους, εις ανάμνηση του οποίου έδιδαν το όνομα της χαμένης πατρίδας τους στον νέο τόπο, στην νέα ιδιαίτερη πατρίδα τους.
Είναι δε άξιο προσοχής, και είναι ακόμα ένα στοιχείο που τους διακρίνει από τους τουρκοποιημένους Αλβανούς, το ότι στη περίπτωση που οι Έλληνες Αρβανίτες εγκαθίσταντο σε ήδη κατοικημένες πόλεις ή χωριά, με γνωστή, μακροχρόνια καθιερωμένη ή και ιστορική ονομασία, ποτέ δεν προέβαιναν σε μετονομασίες (π.χ. Θήβαι, Τανάγρα, Χαλκίδα, Κόρινθος κλπ)
— Η Λάμαρη της Ευβοίας δεν έχει ιστορία πριν το 1780-1790 περίπου. Μέχρι τότε, το πολύ να υπήρχαν στη περιοχή 5-6 τσοπάνηδες και 6-9 μοναχοί, χωρίς την ονομασία, η οποία καθιερώθηκε από τους Έλληνες Αρβανίτες εποικιστές, που είχαν εκδιωχθεί από την κοιλάδα της Λάμαρης Σουλίου. Το 1821 είναι επιβεβαιωμένο ότι η Λάμαρη Ευβοίας υπήρχε και είχε ήδη την ονομασία της. Κάποιοι βασιζόμενοι στη παράδοση, αναγάγουν την ίδρυση της Ευβοιώτικης Λάμαρης από πρόσφυγες Σουλιώτες, ήδη από το 1714-1720 περίπου, με αόριστες αναφορές, χωρίς τη παραμικρή απόδειξη.
Δεν συμμερίζομαι καθόλου αυτήν την άποψη, διότι η περιοχή του Σουλίου, στην οποία συμπεριλαμβανόταν και η εύφορη κοιλάδα της Λάμαρης, το 1730 αριθμούσε περί τους 200 ένοπλους Έλληνες Αρβανίτες με τις οικογένειές τους και από τότε (1730) ο πληθυσμός αυξανόταν μέχρι περίπου το 1800, διότι και άλλοι Έλληνες κάτοικοι της Ηπείρου (Αρβανίτες και μη) προσέτρεχαν να ενταχθούν και να αφομοιωθούν στο σύστημα κοινωνικής και αμυντικής συνύπαρξης των Σουλιωτών. Βεβαίως, υπάρχουν σοβαροί ερευνητές, οι οποίοι τεκμηριώνουν έναρξη των συγκρούσεων των Σουλιωτών Ελλήνων Αρβανιτών με τους Τουρκαλβανούς Οθωμανούς, από το 1650, αλλά θα ήταν τελείως αντιφατικό να υποθέταμε, ότι υπήρξε κύμα προσφύγων, που κατέφυγε στην Εύβοια και ίδρυσε τον οικισμό Λάμαρη από το 1714 ή κατά το 1730, όταν από το 1731 μέχρι το 1792, οι Σουλιώτες καταγράφουν αδιάκοπα μόνο επιτυχίες σε όλες τις συγκρούσεις τους με τους Οθωμανούς (Τούρκους, Αλβανούς και Τσαμουριώτες) και ο πληθυσμός των Σουλιωτών μέχρι το 1792 συνεχώς αυξανόταν. Φυσικά και δεν μπορώ να το αποκλείσω, κάποιες οικογένειες Ελλήνων Αρβανιτών της κοιλάδας της Λάμαρης Σουλίου να δέχθηκαν ισχυρότατες πιέσεις νωρίτερα και να αναγκάσθηκαν να φύγουν προς νότον. Όμως οι σποραδικές εξαιρέσεις δεν αναιρούν τον κανόνα, που θέλει το μεγάλο κύμα προσφύγων Ελλήνων Αρβανιτών από το Σούλι, να κατευθύνεται κυρίως προς νότο, λίγο πριν και μετά την ήττα του 1803 . Είναι πολύ συγκινητική η αγάπη του Δημητρίου Ηλία Κοκονού, για την ιδιαιτέρα του πατρίδα, την Λάμαρη Ευβοίας, αλλά η υποθετική αναφορά της φιλότιμης εργασίας του, στον δήθεν εποικισμό της Λάμαρης Ευβοίας από το 1714, δεν ευσταθεί και αυτοαναιρείται, όταν αιτιολογεί την κάθοδο και εποίκιση στην Εύβοια, από Λαμαριώτες του Σουλίου, με τα όσα διεδραματίσθηκαν στη περιοχή Σουλίου, μεταξύ 1790 και 1803.
— Ας δούμε όμως κάποια αδιάσειστα ντοκουμέντα, για την ιστορική ύπαρξη της αρχικής Λάμαρης (κοιλάδας δυτικά – νοτιοδυτικά των βουνών του Σουλίου).
1.–Σύμφωνα με ιστορική έρευνα του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ του 1984 (σελίδα 88), για το «Δεσποτάτο της Ηπείρου της περιόδου 1267 – 1479, η κοιλάδα της Λάμαρης προϋπήρξε οποιασδήποτε περιγραφόμενης καθόδου Αλβανών και ήταν Βυζαντινοελληνική. Η αναφορά της περιγραφής στο σύγγραμμα, των 50 υπέρπυρων (Βυζαντινών χρυσών νομισμάτων που κυκλοφορούσαν από το 1100 έως το 1480) αποδεικνύει ότι η ονομασία της κοιλάδας της Λάμαρης Θεσπρωτίας, στην οποία από το 1600-1650 εγκαθίστανται Έλληνες Αρβανίτες πρόσφυγες, προϋπήρχε σε μεγάλο βάθος χρόνου.
2.– Από τη δημοσίευση της Αγγλικής http://en.wikipedia.org/wiki/Souliotes, βασισμένης σε τεράστιο αριθμό ιστορικών πηγών, οι σημαντικότερες – ισχυρότερες φάρες Αρβανιτών που υπήρχαν στη περιοχή του Σουλίου, πριν από τη τελική σύγκρουση με τον Αλί Πασά, ήσαν:
- Οι Ζερβαίοι, από το Ζέρβα, ένα χωριό κοντά στην Άρτα .
- Οι Μποτσαραίοι, από την αρχικά ονομαζόμενη Δράγανη, τα σημερινά Αμπέλια, νότια της Παραμυθιάς .
- Οι Δρακαίοι, από τη Μαρτάνη, ένα χωριό της κοιλάδας της Λαμάρης, του σημερινού νομού Θεσπρωτίας.
- Οι Μπουζμπαταίοι, από τα Βλαχοχώρια της Πίνδου.
- Οι Δαγκλιαίοι (Δαγκλής), από το Φανάρι της Πρέβεζας.
- Οι Τζαβελλαίοι και Πασαταίοι, άγνωστης προέλευσης (της συγκεκριμένης έρευνας).
3.– Από Ελληνική έκδοση (Ακαδημίας Αθηνών) του βιβλίου του Άγγλου λοχαγού William Leake (αρχική έκδοση 1835), που ταξίδεψε στον (σημερινό) νομό Πρέβεζας, αλλά και Θεσπρωτίας, αμέσως μετά την πτώση του Σουλίου (1803), περιγράφει στις 5-8 Ιουλίου 1805, ότι ο Αλί Πασάς Ιωαννίνων, ανάθεσε το καπετανάτο της κοιλάδας της Λάμαρης, στον αρματολό Γιαννάκη του Γεωργίτσα, σαν διάδοχο στη θέση του πατέρα του.
4.– Από το βιβλίο κάποιου αγωνιστή του 1821, που υπογράφει ως «Π.Α.Π.» στις σελίδες 348 – 349, αναφέρεται με εκπληκτικό τρόπο, σε συμπλοκή Σουλιωτών με δυνάμεις του διοικητή της Πρέβεζας Ταχίρ Παπούλια (!!!) στη περιοχή Λάμαρης Θεσπρωτίας!!! «….Την 3 δε του μηνός Μαϊου (1821) Σουλιωτικόν σώμα, συμπλακέν στη Λάμαρη (Ηπείρου) μετά του τότε (Οθωμανού) διοικητή της Πρέβεζας ΤΑΧΙΡ ΠΑΠΟΥΛΙΑ, τον οποίον κατεδίωξε μέχρι τη Πρέβεζα. Όταν δε, αυτός (ο ΤΑΧΙΡ ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ), επετόλμησε να βγει από τη Πρέβεζα, για να εκδικηθεί τους Σουλιώτες, τους συνάντησε γύρω από το χωριό του Κάντζα, στο οποίο έγιναν πολύωρες μάχες, στο τέλος των οποίων νικάται και συλλαμβάνεται αιχμάλωτος ο αναφερθείς (πιο πάνω) ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ, μετά τετρακοσίων περίπου στρατιωτών (του) Αλβανών και Τσάμιδων.
=== Τους αιχμαλώτους εκείνους, οι νικητές (Σουλιώτες) τους οδήγησαν στο Σούλι, όπου τους χρησιμοποίησαν σε εργασίες στα γύρω χωράφια και για να σπέρνουν, σαν αντάλλαγμα της τροφής που τους χορηγούσαν (οι Σουλιώτες)….. ….. …..
=== Πιστεύω, ότι τα τέσσερα (4) παραπάνω αδιάσειστα αποδεικτικά στοιχεία, είναι αρκετά για να αποδεχθούμε, ότι η περιοχή της αρχικής Λάμαρης, είναι μια εύφορη κοιλάδα, προέκταση δυτικά των βουνών του Σουλίου, που την κατείχαν έως το 1803 οι Σουλιώτες Έλληνες Αρβανίτες και χρησίμευε για να τροφοδοτεί τους Σουλιώτες με τα αναγκαία τρόφιμα. Η Λάμαρη υπήρξε και στο Βυζάντιο έχουσα μακρόχρονη ιστορία, αλλά ήταν αρκετή η εν τέλει παράδοση των χωριών του Σουλίου στον βάρβαρο Τουρκαλβανό Αλί Πασά το 1803, για να οδηγηθούν στην προσφυγιά χιλιάδες Σουλιώτες. Όταν δε, λέμε Σουλιώτες, εννοούμε τους κατοίκους όλων των χωριών της Σουλιώτικης Συνομοσπονδίας.
Καθ΄ όσον αφορά την από το 1803 οριστικά χαμένη πατρίδα των Λαμαριωτών (του Σουλίου), αυτοί λόγω της μεγαλύτερης πίεσης που δέχονταν στους πολέμους, φυσικό θα ήταν να άρχισαν νωρίτερα απ΄ όλους την προς νότον και δυσμάς μετανάστευσή τους. Έτσι, ένα μέρος εξ΄ αυτών, εγκαταστάθηκε στη βορειοκεντρική Εύβοια και ίδρυσε τον οικισμό Λάμαρη Ευβοίας, ενώ ένα άλλο μικρό τμήμα προσφύγων, πέρασε δυτικά απέναντι στην Ιταλία (Lammari, Capannori, 55013 LU, Italia), όπου επίσης ίδρυσε αντίστοιχο οικισμό με το όνομα της χαμένης πατρίδας Λάμαρης.
=== ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΓΙΑ «ΛΑΜΑΡΗ» ΕΥΒΟΙΑΣ.
— Από τα παραπάνω ντοκουμέντα, αβίαστα μπορούμε να καταλήξουμε στα παρακάτω ασφαλή συμπεράσματα:
1.– Η περιοχή της κοιλάδας της Λάμαρης Θεσπρωτίας, έχει πολύ μεγάλο χρονικό βάθος και η ονομασία της «χάνεται» στα χρόνια της Βυζαντινής περιόδου της Ηπείρου.
2.– Στα χρόνια της Σουλιώτικης ακμής επί Τουρκοκρατίας, η περιοχή τηςκοιλάδας της Λάμαρης (και των βουνών του Σουλίου φυσικά) εποικίσθηκε από Έλληνες Αρβανίτες κλπ Βορειοηπειρώτες, ιδιαίτερα από το 1730 τουλάχιστον αλλά και νωρίτερα. Η κοιλάδα της Λάμαρης Θεσπρωτίας ήταν στρατηγικής σημασίας για τους Σουλιώτες, οι οποίοι έκαναν τα πάντα για να την κατέχουν, ώστε να εξασφαλίζουν τρόφιμα, αλλά και για να έχουν εξόδους προς το Ιόνιο, όπου από Ελληνικά πλοία εξασφάλιζαν πολεμοφόδια και άλλα αναγκαία αγαθά.
3.– Η κοιλάδα της Λάμαρης Θεσπρωτίας ήταν στρατηγικής σημασίας τόπος και για τους Τουρκαλβανούς, οι οποίοι κατέβαλαν βαρύτατο τίμημα αίματος, στους συνεχείς πολέμους με τους Σουλιώτες. Οι Τουρκαλβανοί ήξεραν, ότι αν κατείχαν τη κοιλάδα της Λάμαρης, οι αποκομμένοι Έλληνες Αρβανίτες Σουλιώτες, αργά ή γρήγορα, θα ηναγκάζοντο να παραδοθούν.
4.– Από τους πολλούς πολέμους, από το 1730 (τουλάχιστον) μέχρι το 1803, μεταξύ Τουρκαλβανών (των Τσάμηδων συμπεριλαμβανομένων) εφενός και Ελλήνων Αρβανιτών Σουλιωτών αφετέρου, αργά αλλά σταθερά τα χωριά της κοιλάδας της Λάμαρης Θεσπρωτίας καταστρέφονταν και η καταστροφή τους δημιουργούσε κύματα προσφύγων Ελλήνων Αρβανιτών και λοιπών Ηπειρωτών, καθώς και των ολιγότερων Αρωμανιόβλαχων (Ρουμανόβλαχων) με Ελληνική συνείδηση, που υπήρχαν σε πολύ μικρούς αριθμούς στα Σουλιωτοχώρια και συμπολεμούσαν στο πλευρό των Σουλιωτών. Το μεγάλο κύμα προσφύγων αυτής της περιόδου, καταγράφεται από το 1780 και κορυφώνεται το 1803 με τη παράδοση του Σουλίου στον Αλί Πασά. Οι πρόσφυγες Έλληνες Αρβανίτες Σουλιώτες κατευθύνονταν (όπως και τη πρώτη περίοδο 1450-1550 των αρχικών Αρβανιτών της Βορείου Ηπείρου, προς Θεσσαλία, προς Στερεά και Εύβοια, προς Πελοπόννησο και νησιά Αιγαίου, προς Κέρκυρα. Μέσω κυρίως της Κέρκυρας, αρκετοί Αρβανίτες πέρασαν απέναντι στην Ιταλία. Από την αντίθετη πλευρά, μπορούμε να διακρίνουμε πολύ μικρές μετακινήσεις στη Σμύρνη και στη Κωνσταντινούπολη.
5.– Η Λάμαρη Ευβοίας είναι οικισμός που δημιουργείται στη βορειοκεντρική Εύβοια σταδιακά, κατά το αντίστοιχο χρονικό διάστημα που αργοπεθαίνει η κοιλάδα της Λάμαρης Θεσπρωτίας, εξ αιτίας των συνεχών πολέμων των Τουρκαλβανών του Αλί Πασά κατά των Σουλιωτών. Αυτό το χρονικό διάστημα δεν μπορεί να έχει σχέση με τη περίοδο 1730-1780, όπου παρατηρείται αύξηση πληθυσμού και στρατιωτικής ισχύος των Σουλιωτών, όταν και οι Σουλιώτες είχαν την δύναμη να κυνηγούν τους Τουρκαλβανούς μέχρι τα Ιωάννινα. Την περίοδο 1780-1792 έχουμε μεν νίκες των Ελλήνων Σουλιωτών, αλλά έχουμε και τα σημάδια των πληγών από τους πολέμους να βαθαίνουν, πρωτίστως για τους πεδινούς Λαμαριώτες.
6.– Προϋπαρχούσης της Λάμαρης Θεσπρωτίας, ως περιεγράφη αναλυτικά παραπάνω σε μεγάλο βάθος χρόνου, προεποικισθείσσης από Έλληνες Αρβανίτες και ολίγους Ελληνόψυχους Αρωμανιόβλαχους (Ρουμανόβλαχους), είναι προφανές, ότι οι έποικοι πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στους βόρειους-βορειοανατολικούς πρόποδες της Δίρφυος Ευβοίας, προέρχονταν από την κοιλάδα της Λάμαρης Σουλίου Θεσπρωτίας. Δεν θα ήταν απλώς παράδοξον αλλά και παράλογο και αδικαιολόγητο, να κατέφθαναν στον νέο τόπο πρόσφυγες από περιοχή εκτός Λάμαρης Σουλίου και να έδιναν στη νέα ιδιαίτερη πατρίδα τους, την ονομασία της Λάμαρης. Μόνο η κοινή καταγωγή των νέων εποικιστών, δικαιολογεί την ίδια ονοματοδοσία, προς τιμήν και εις ανάμνηση της καταγωγής τους.
7.– Εκ των παραπάνω, μπορούμε να καταλήξουμε και στο ασφαλές τελικό συμπέρασμα, ότι οι Λαμαριώτες της Εύβοιας, είναι Έλληνες Αρβανίτικης (εξ Αρβάνου) καταγωγής Σουλιώτες-Λαμαριώτες που κατέφυγαν ως πρόσφυγες στην Εύβοια.
— ΣΤΡΟΠΩΝΕΣ (αρχική επίσημη ονομασία «αι Στρόπωναι» —> ενικός= η Στρόπωνη)
Εδώ είναι τα δύσκολα. Ένα σπάνιο τοπωνύμιο σε μια υπέροχα όμορφη περιοχή της Ευβοίας, για το οποίο οι εμπνευστές ονοματοδότες προ-προπάπποι ημών των Στροπωνιάτικης καταγωγής, δεν φρόντισαν να καταγράψουν, το από που εμπνεύσθηκαν αυτό το μοναδικό στην Ελλάδα όνομα. Ένα όνομα άριστα ελληνοποιημένο σε αρχαΐζουσα μορφή, του οποίου η ρίζα όπως την βλέπουμε δεν είναι Ελληνική. Επίσης μετά από τεράστια έρευνα, έχω πεισθεί, ότι η ρίζα (Στροπ-, ή Στρόπων-, ή Strop-, ή Stropon-) δεν είναι ούτε Αλβανική!!!!!
Το πλάτιασμα είναι αναγκαίο, για να αποκλεισθούν λάθη και παραλογισμοί, στις θεωρίες προέλευσης της ονομασίας.
Μπορούμε με σιγουριά να πούμε, ότι δεν υφίσταται το όνομα κάποιου αρχηγού φάρας, εκ του οποίου να προέκυψε το όνομα Στρόπωναι (-ες).
Μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα, ότι δεν αναμεταδόθηκε ποτέ από γενιά σε γενιά, κάποιος θρύλος, περί αντίστοιχου ονόματος κάποιου άλλου πρώτου εποικιστή της τοποθεσίας.
Με την έναρξη της επαναστάσεως του 1821, «αι Στρόπωναι» (-ες) υπήρξαν ως οικισμός στην κεντρική Εύβοια, αλλά δεν… προϋπήρξαν και δεν αναφέρονται προεπαναστατικά πουθενά. Αυτό σημαίνει ότι είναι ένα νέο σχετικά χωριό, που άρχισε να δημιουργείται μετά το 1805-1810, αλλά είναι ξεκάθαρο, ότι από την αρχή είχε αυτό το όνομα χωρίς να προϋπάρχει κάτι άλλο, εκ του οποίου να προέκυψε, δια της παραφθοράς (σε βάθος χρόνου), μιας τυχόν παλαιάς ονομασίας.
Η προέλευση του ονόματος «αι Στρόπωναι (-ες)» απασχόλησε κατ΄ αρχήν διάφορους ταξιδευτές, οι οποίοι και μετέδωσαν την έγνοια τους και στις 2 ή 2,5 τελευταίες γενιές Στροπωνιατών. Ο πατέρας μου (Αθανάσιος Αρβανίτης του Ιωάννου) τέτοια έγνοια δεν είχε και στο μπακάλικό του στη Χαλκίδα, είχε βάλλει φαρδιά – πλατιά τον διακριτικό τίτλο στην ταμπέλα «Οπωροπαντοπωλείον αι Στρόπωναι» !!!!!! Όμως προκλήθησαν συζητήσεις και το θέμα ήταν αδύνατον να μην αρχίσει να απασχολεί κι΄ εμάς τους Στροπωνιάτες. Η σύγχυση μεγαλώνει, με τη λανθασμένη χρήση από μερικούς τα τελευταία χρόνια, του αρσενικού «τους Στρόπωνες» ή «στους Στρόπωνες» ενώ η ονομασία εξ αρχής ήταν γένους θυλικού. Δοκιμάστε να το αποδόσετε στον ενικό, ως αρσενικό ή ουδέτερο όνομα και θα καταλάβετε την αστοχία (ο Στρόπωνος;… το Στρόπωνο;…).
Έψαξαν…. Έψαξαν;;; Οι ερευνητές πάσης φύσεως, μή έχοντες καμίαν εκδοχή, μήτε παραφθορά από μακροχρόνια χρήση ονόματος, κατασκεύασαν μία εκ του προχείρου υπόθεση, χωρίς να δώσουν λογαριασμό σε κανέναν. Έκαναν αφελώς εν μιά νυκτί το «Στρόπωναι» ή «Στρόπωνες» σε στροπώνω, την ίδια ακριβώς νύκτα σε «τροπώνω» και αύθις σε… «τρυπώνω» και κατ΄ ευθείαν αντιστρέφουν την εντέχνως κατασκευασθείσα θεωρία, για να πουν με «σοφία» πως μπορεί να προέκυψαν «αι Στρόπωναι» ή «οι Στρόπωνες.» Δια να δικαιολογήσουν δε το… αδικαιολόγητο της ανυπαρξίας χρόνου εξελίξεως της τυχόν παραφθοράς ονόματος, διεκόσμησαν την ανυπαρξία έρευνας, με την «έμπνευση» ότι η περιοχή είναι γεμάτη χαράδρες, που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως… τρύπες (=κρυψώνες – για να τρυπώνουν) σε όσους καταδιώκονταν από τους Τούρκους!!!
ΔΥΣΤΥΧΩΣ, επειδή δεν υπάρχει μέχρι σήμερα καμία γνώση δια την προέλευση της ονομασίας, άρχισαν και οι Στροπωνιάτες να «μουρμουρίζουν» αυτή την «πιθανήν» …απίθανη εκδοχή. Πρέπει να παραδεχθούμε, ότι οι προ-προπαππούδες μας μπορεί να αποδείχθηκαν αμελείς, όμως μιλούσαν άριστα την Ελληνική γλώσσα, είχαν διασχίσει την μισή Ελλάδα με πολλές δύσβατες περιοχές, είχαν άριστη γνώση του περιβάλλοντος χώρου, και δεν ήσαν τόσο άσχετοι, ώστε να θέλουν να ονομάσουν το χωριό… «Τρύπες» ή «Τρούπες» και να το προφέρουν αυτοστιγμή…. «Στρόπωνες» πέρα από κάθε λογική. ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ, αν έκαστος εξ ημών, αποκλείει εαυτόν, από ανάλογο λάθος, τότε υποχρεούται να αποκλείσει από τέτοιο λάθος και τους προ-προπαππούδες μας.
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΤΡΟΠΩΝΕΣ ΕΥΒΟΙΑΣ
Οι Στρόπωνες (καθαρεύουσα: αι Στρόπωναι) έχουν περίπου 600 κατοίκους και βρίσκονται στην ανατολική πλαγιά του όρους Δίρφυς στη κεντρική Εύβοια. Στην δυτική πλαγιά της Δίρφυος βρίσκεται το χωριό Στενή, με την οποία συνδέονται οδικώς. Συνδέονται επίσης οδικώς με Κύμη, Λάμαρη, Κουτουρλομετόχι, Παραλία Παναγίας Χιλιαδούς. Μέσω Κύμης και Στενής, οι Στρόπωνες συνδέονται με πόλεις και χωριά της υπόλοιπης Ευβοίας.
Μέχρι το 1975 τουλάχιστον, το οδικό δίκτυο που συνέδεε τις Στρόπωνες με την Στενή, την Κύμη και τα κοντινά χωριά, ήταν τρισάθλιο, γεμάτο στροφές χωματόδρομοι, οι οποίοι στο μεγαλύτερο μέρος τους καταστρέφονταν στη μακρά χειμερινή περίοδο. Αυτό το τρισάθλιο και υπέρ του δέοντος κοπιαστικό δίκτυο χωματόδρομων, υπήρχε από το 1800, επί του οποίου μετά το 1940 έγιναν κάποιες διαπλατύνσεις, για να διέρχονται μεσαίου μεγέθους φορτηγά αυτοκίνητα.
Οι κάτοικοι των Στροπώνων Ευβοίας είναι γεωργοκτηνοτρόφοι. Εδώ κατ΄ ανάγκην αποδοκιμάζω κάποιους, οι οποίοι περιγράφουν αυτόν τον δύσβατο ακόμα και σήμερα τόπο, ως πλούσιο. Στις Στρόπωνες τα χωράφια είναι βαθμιδωτά σε πλαγιές και για οτιδήποτε παράγεται εκεί, πρωταγωνιστικό ρόλο παίζει η χειρονακτική εργασία και η χρήση ζώων, αφού η ευρεία χρήση μηχανημάτων είναι σχεδόν αδύνατη. Υπάρχει πλούσια βιοποικιλότητα, αλλά στις Στρόπωνες κανένας δεν πλούτισε από γεωργία ή και κτηνοτροφία, αφού η διαμόρφωση του εδάφους δεν επιτρέπει αξιόλογες αυξήσεις γεωργικής παραγωγής, τα δε αιγοπρόβατα μετακινούνται δύσκολα στις απότομες βουνοπλαγιές. Παράγονται κυρίως κεράσια, κάστανα, καρύδια, τυριά, και σε μικρότερες ποσότητες (λόγω μακράς διάρκειας του χειμώνα) τομάτες, φασόλια, κρεμύδια, πατάτες, σταφύλια κλπ οπωρολαχανικά. Απουσιάζω αρκετά χρόνια από την Εύβοια, αλλά δεν μπορεί να έχουν αλλάξει πολλά από την μέχρι το 1970 εποχή. Μέχρι το 1965, για να μεταφέρουν κάθε Δευτέρα στη Χαλκίδα αγροτοκτηνοτροφικά προϊόντα οι Στροπωνιάτες και οι Λαμαριώτες, φόρτωναν από την Κυριακή τα μουλάρια τους και σε καραβάνι, ταξίδευαν όλη τη νύχτα, για να φτάσουν τη Δευτέρα κατά τις 8 το πρωΐ στη αγορά της Χαλκίδας. Κατάκοποι, μετά τις 4 το απόγευμα, μάζευαν και φόρτωναν τις κοφίνες στα μουλάρια και επέστρεφαν στα χωριά. Αυτή η δραστηριότητα και η ιδιοκατανάλωση, δεν ήσαν αρκετά για να επιβιώνουν νοικοκυριά με 5, 6 ή 7 παιδιά. Άλλοι αναγκάζονταν να σκαρφαλώνουν σε βραχώδεις πλαγιές για να συλλέγουν τσάϊ, ρίγανη και άλλα αρωματικά φυτά και βότανα. Άλλοι συνέλεγαν χαμόμηλο στους κάμπους δεκάδες χιλιόμετρα μακριά, ή ρυτίνη από τα πεύκα. Άλλοι έφευγαν για 3 μήνες και ξενοδούλευαν σε περιοχές Αττικής, Βοιωτίας, Θεσσαλίας, Πελοποννήσου, όπου υπήρχε ζήτηση εργατικών χειρών για καρποσυλλογή διάφορων προϊόντων. Ακόμα και στη Κρήτη πήγαιναν για το μάζεμα της ελιάς. Το ότι οι Στρόπωνες έχουν βιοποικιλότητα, αλλά η ανεπάρκεια παραγωγής, που δεν τους βοηθά στην κάλυψη σύγχρονων αναγκών, το μαρτυρά και η στασιμότητα του αριθμού των μόνιμων κατοίκων. Η δρομολόγηση από το 1960 περίπου ενός φορτηγού και ενός λεωφορείου 30 θέσεων από τον Τσώκο, βοήθησε στη μεταφορά κατοίκων και προϊόντων στη Χαλκίδα, αλλά δεν συνέβαλε σε ουσιαστική αύξηση της παραγωγικότητας του χωριού. Για τους επιβάτες το δρομολόγιο Στρόπωνες – Χαλκίδα και αντίστροφα, ήταν ένα μαρτύριο, λόγω της δύσκολης διαδρομής, ιδιαίτερα στο τμήμα Στενή – Στρόπωνες.
— Η ΣΤΡΟΠΑΝΗ (STROPANI ή STROPAN) ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΗΠΕΙΡΟΥ (ΝΟΤΙΟΥ ΑΛΒΑΝΙΑΣ)
Κατά την άποψή μου, η ονομασία «αι Στρόπωναι» ή «οι Στρόπωνες» δεν μπορεί να έχει, καμία σχέση σε κατά φαντασία, τρύπες ή έστω τρούπες.
Ξέρω ότι πολλά τοπωνύμια του Σουλίου και παλαιότερα των Αρβάνων, από όπου θα μπορούσε να είχε προκύψει δάνειος λέξη, εις ανάμνηση της προηγούμενης καταγωγής εκδιωχθέντων, ΕΧΟΥΝ ΑΞΑΦΑΝΙΣΘΕΙ και δεκάδες τοπωνύμια, τόσο του Σουλίου όσο και των Αρβάνων έχουν εξαφανισθεί. Να σκεφθούμε σοβαρά, το ότι αν δεν υπήρχαν κάποιες ιστορικές καταγραφές, σήμερα δεν θα ξέραμε τίποτα για το Άρβανον και τα χωριά των Αρβάνων, για τα οποία οι Γκέκηδες Αλβανοί φρόντισαν να μην αφήσουν λίθον επί λίθου, για να μη μπορέσουν να επανέλθουν οι εκδιωχθέντες Αρβανίτες στα Άρβανα. Οι απόγονοι των Γκέκηδων, προπαγανδίζουν σήμερα το Γκέκικο χωριό Arber, ως δήθεν κοιτίδα προέλευσης των Αρβανιτών.
Αρκετά χρόνια αργότερα, ο Αλί Πασάς των Ιωαννίνων, ακόμα και τα χωριά του Σουλίου, που περί το 1700 ήσαν 4 (τετραχώρι), που έγιναν 7 (επταχώρι), που αυξήθησαν σε είκοσι και απαριθμήθηκαν εν τέλει σε 114 απόλυτα ελεγχόμενα από τη Σουλιώτικη συνομοσπονδία μέχρι το 1792!!!!! με την ίδια γενοκτονική πρακτική τα ξεθεμελίωσε και εξαφάνισε ονομασίες, στο διάστημα από το 1803 έως το 1821, με την ίδια -ως άνω- γενοκτονική πρακτική της ισοπέδωσης των Ελληνοβυζαντινών Αρβάνων, για να μην επανέλθουν οι εναπομείναντες Έλληνες Σουλιώτες (Αρβανίτες) στο Σούλι.
Αυτές οι πραγματικές ιστορικές συνθήκες, δεν μπορούν να αγνοηθούν, ώστε να γίνουν κατανοητές οι δυσκολίες, στην πραγματική έρευνα, εντοπισμού πιθανής ονομασίας χαμένης πατρίδας της περιοχής του Σουλίου, ή της περιοχής των Αρβάνων της Βορείου Ηπείρου (Νοτίου σημερινής Αλβανίας), προς τιμήν και εις ανάμνηση της οποίας δόθηκε η ονομασία «Στρόπωνες» από τους Έλληνες Αρβανίτες εποικιστές του νέου (το 1805-1810) χωριού της κεντρικής Ευβοίας.
Αυτήν την εκδοχή την ερευνώ περισσότερο από τρία χρόνια, παράλληλα με άλλες εκδοχές γραμματολογικών ερμηνειών. «Χτενίζοντας» αναλυτικούς χάρτες Θεσπρωτίας, Ιωαννίνων και της σημερινής Νοτίου Αλβανίας, εκμεταλλευόμενος και τους υπεραναλυτικούς χάρτες της Google και του Big, προσπάθησα να βρω ίχνη και ομοιότητες τοπωνυμίων. Φαντάζεστε την έκπληξή και την ταραχή μου, όταν στην Νότιο Αλβανία, στο θεωρητικό νότιο άκρο της περιοχής των πρώην Αρβάνων, «ανακάλυψα» χωριό με το όνομα Στρόπαν (Stropan) ή Στρόπανη (Stropani); Στην Ελληνική γλώσσα, είναι συχνό το φαινόμενο, το «μακρόν α» να μεταπίπτει σε «ω» και αντίστροφα, οπότε (βιαστικά) υπέθεσα, ότι η Στρόπανη της Αλβανίας αντιστοιχεί σε Στρόπωνη, τον ενικό του πληθυντικού «Στρόπωνες» της Ευβοίας.
===ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΘΑ ΣΥΝΕΧΙΣΘΕΙ ΚΑΙ ΘΑ ΣΥΜΠΛΗΡΩΘΕΙ